Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2007

Η εκτέλεση του γιού του Μέγα Κωνσταντίνου , Κρίσπου και της γυναίκας του Φαύστας από τον ίδιο. Και η Αγία Ελένη.

Τη θέση της όμως στην Ιστορία, η Ελένη την οφείλει στο ταξίδι της στην Παλαιστίνη και τις υπόλοιπες ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια της Α’ Οικουμενικής Συνόδου (325 μ.Χ.) πληροφορήθηκε για την κατάσταση που επικρατούσε στους Αγίους Τόπους και προς το τέλος του 326 μ.Χ. αναχώρησε για την Ιερουσαλήμ, με σκοπό να φέρει στο φως τα διάφορα μέρη στα οποία έζησε και δίδαξε ο Χριστός.

Στο διάστημα αυτό (δηλαδή από την Α΄Οικουμενική Σύνοδο μέχρι και την αναχώρησή της), έζησε τα γεγονότα του θανάτου του εγγονού της καίσαρα Κρίσπου, μεγαλύτερου γιου του Μ. Κωνσταντίνου, καθώς και της συζύγου του Φαύστας, μητριάς του Κρίσπου, που έπεσαν θύματα δολοφονίας για λόγους που παραμένουν σκοτεινοί. Μολονότι δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένο, σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό, Βίκτωρα Σέξτο Αυρήλιο (Caes. 41.11-12), η εκτέλεση του Κρίσπου, έγινε κατά διαταγή του πατέρα του, Μεγάλου Κωνσταντίνου. Καθώς η Ελένη επέκρινε αυστηρότατα το γιο της για τη σκληρή πράξη του και τον ώθησε να ερευνήσει περαιτέρω τις κατηγορίες που ειπώθηκαν εις βάρος του Κρίσπου, ο Κωνσταντίνος, σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, διέταξε την εκτέλεση και της γυναίκας του Φαύστας (πρβλ. τα λήμματα «Κρίσπος» και «Φαύστα»). Δεν είναι απολύτως βέβαιο αν η Ελένη ήταν στη Ρώμη, όταν εκτελέστηκε η Φαύστα ή είχε ήδη αναχωρήσει για τους Αγίους Τόπους. Πάντως, ένα κίνητρο ακόμη που της αποδίδεται για τη δύσκολη αυτή περιοδεία, είναι η συγχώρεση που ζητούσε από το Θεό για τις πράξεις του γιου της (πρέπει να είναι η μοναδική περίοδος που οι σχέσεις του Κωνσταντίνου και της μητέρας του διήλθαν κρίση, χωρίς όμως να άρει και την εύνοιά του από το πρόσωπό της).

Ο Ευσέβιος περιγράφει με λεπτομέρειες το ταξίδι της Ελένης (VC, 3.42-47). Το παρουσιάζει ως ένα ευλαβέστατο προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, κατά το οποίο η Ελένη επιδιδόταν σε πράξεις φιλανθρωπίας συντηρώντας ολόκληρες κοινότητες, ανεγείροντας ιδρύματα κοινής ωφελείας με αυτοκρατορικές επιχορηγήσεις και ιδρύοντας μονές. Κάποιοι σύγχρονοι ιστορικοί όμως εκφράζουν ορισμένες επιφυλάξεις για το κατά πόσο τα κίνητρα της Ελένης πήγαζαν αποκλειστικά από τη θερμή χριστιανική της πίστη. Είναι πιθανόν, το κύρος του μεγάλου Κωνσταντίνου να είχε κλονιστεί μετά από την υιοκτονία και συζυγοκτονία που είχε διαπράξει. Έτσι, σκοπός της Ελένης ίσως ήταν να κατευνάσει τη δυσαρέσκεια των κατοίκων στις ανατολικές περιοχές της αυτοκρατορίας.

Μπορεί η απόφαση της Ελένης να οφείλεται σε όλους τους προαναφερθέντες λόγους. Το γεγονός όμως ότι σε τόσο μεγάλη ηλικία (πρέπει να ήταν περίπου 78 χρονών, όταν ξεκίνησε την περιοδεία της) ανέλαβε μία τόσο κοπιαστική αποστολή, καταδεικνύει μία γυναίκα με εξαιρετική δύναμη χαρακτήρα και ισχυρή θέληση.

Στη Βηθλεέμ και το Γολγοθά διεξήγαγε μεγάλες ανασκαφές, κατά τις οποίες βρέθηκαν οι τόποι της Γέννησης, της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού. Εκεί, αφού έδωσε εντολή να κατεδαφιστεί ο ναός της Αφροδίτης από το Γολγοθά, η Ελένη ανέγειρε με αυτοκρατορικές χορηγίες τους μεγαλοπρεπείς ναούς της Γέννησης (στη Βηθλεέμ) και της Ανάστασης (στο λόφο του Γολγοθά), που μέχρι σήμερα αποτελούν τα σημαντικότερα μνημεία του Χριστιανισμού.

Η μεγάλη δόξα της Ελένης, μεταξύ προπάντων των χριστιανικών πληθυσμών, οφείλεται στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού. Οι ιστορικοί διατηρούν κάποιες επιφυλάξεις για το κατά πόσο η παράδοση αυτή αποτελεί ιστορικό γεγονός. Ο Ευσέβιος, παρόλο που δίνει λεπτομερείς πληροφορίες για τα έργα της Ελένης στα Ιεροσόλυμα, δεν αναφέρει την ανακάλυψη του Τιμίου Σταυρού. Από τα γραπτά του αγίου Κυρίλλου, Πατριάρχη Ιεροσολύμων, φαίνεται ξεκάθαρα ότι τεμάχιο του ιερού κειμηλίου βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα (Cat. 4.10, 10.19, 13.4 PG 33, 467ff, 685-687, 777) στα τέλη του 340. Ο ίδιος Πατριάρχης, μετά το 351, γράφει στον αυτοκράτορα Κωνστάντιο Β΄, γιο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ότι ο Σταυρός ανακαλύφθηκε στα χρόνια του Κωνσταντίνου, δεν αναφέρει όμως ποιος τον βρήκε (Ep. ad Const., 3 PG 33, 1168B). Ο Ρουφίνος είναι εκείνος, που στη δική του «Εκκλησιαστική Ιστορία», συνδέει την Ελένη με την εύρεση του Τιμίου Σταυρού (Hist. Eccl 10, 7-8). Όπως και να έχει, τόσο η Ορθόδοξη Εκκλησία όσο και η Καθολική έχουν εγκολπωθεί τη σχετική παράδοση, η οποία ήδη από το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα είχε εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία (η Ελένη πέθανε στο πρώτο μισό του 4ου αιώνα).



Δεν υπάρχουν σχόλια: